συνεισφορά

συνεισφορά
η вклад, взнос; пожертвование

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "συνεισφορά" в других словарях:

  • συνεισφορά — συνεισφορά̱ , συνεισφορά joint contribution fem nom/voc/acc dual συνεισφορά̱ , συνεισφορά joint contribution fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεισφορᾷ — συνεισφορά joint contribution fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεισφορά — η 1. προσφορά χρημάτων ή άλλου πράγματος που κάνει κάποιος μαζί με άλλους για έναν κοινό σκοπό, συμβολή: Η συνεισφορά του στην αποκατάσταση των προσφύγων υπήρξε σημαντική. 2. ό,τι προσφέρει κάθε εταίρος για το σχηματισμό του εταιρικού κεφαλαίου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • συνεισφορά — η, ΝΜΑ [συνεισφέρω] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού συνεισφέρω, η από κοινού εισφορά νεοελλ. 1. (νομ.) τα περιουσιακά στοιχεία που συνεισφέρει καθένας από τους συνεταίρους για τον απαρτισμό τού εταιρικού κεφαλαίου 2. (ναυτ. δίκ.) ο θεσμός τής… …   Dictionary of Greek

  • συνεισφοράν — συνεισφορά̱ν , συνεισφορά joint contribution fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεισφοράς — συνεισφορά̱ς , συνεισφορά joint contribution fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεισφοραῖς — συνεισφορά joint contribution fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεισφοραί — συνεισφορά joint contribution fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεισφορᾶς — συνεισφορά joint contribution fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεισφορῶν — συνεισφορά joint contribution fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»